Ηράκλειτος

Ο Ηράκλειτος, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας της Εφέσου της Μικράς Ασίας, γεννήθηκε γύρω στα 540 π.Χ. και πέθανε κάπου μεταξύ του 480 και του 470 π.Χ. Μέσα από τα αποσπάσματα του έργου του που έφτασαν ως εμάς μπορούμε να καταλάβομε πως ήταν ένας άνθρωπος με μεγάλα ελαττώματα. Έτρεφε απέχθεια προς τους άλλους, τους πολλούς γύρω του, τον όχλο. Του είχαν αποδώσει γι’ αυτό το προσωνύμιο «οχλολοίδορος», αυτός που περιφρονεί τον κόσμο. Ειδικότερα, για τους συμπολίτες του, τους κατοίκους της Εφέσου, έλεγε ότι θα έπρεπε, επειδή είχαν εξορίσει τον φίλο του Ερμόδωρο, να τους εκτελέσουν όλους εκτός από τα αμούστακα παιδιά μπας και σώσουν την πόλη. Αλλά, γενικότερα, έτρεφε μίσος για τους ανθρώπους λέγοντας πως θα έπρεπε να τους μεταχειρίζεται κανείς με βίαιο τρόπο σαν τα ζώα που τα χτυπάμε όταν τα πηγαίνομε για βοσκή. Τον διακατείχε, ακόμη, ο εγωισμός και η υπεροψία, καθώς δεν παραδεχόταν κανέναν από τους μεγάλους ποιητές, όπως ο Όμηρος και ο Ησίοδος, και τους καταξιωμένους στοχαστές, όπως ο Ξενοφάνης και ο Πυθαγόρας, ενώ δεν δέχτηκε ποτέ του να μαθητεύσει κοντά σε κανέναν δάσκαλο ή να πάει στην Εγγύς Ανατολή, όπως συνήθιζαν στην αρχαιότητα να πηγαίνουν όλοι οι στοχαστές για να διευρύνουν τις γνώσεις των. Όσα έμαθε τα έμαθε μόνος του –και έμαθε στο τέλος, όπως ο ίδιος διατεινόταν, περισσότερα από τον καθένα. Και σαν να μην έφταναν αυτά λένε ότι έπασχε από ένα είδος κατάθλιψης[*].

Βέβαια, σαν αντιστάθμισμα στον χαρακτήρα αυτού του θλιμμένου φιλοσόφου,[†] του μισάθρωπου, του αλαζόνα, του εγωιστή θα πρέπει να αναφερθεί η περιφρόνησή του για τα αξιώματα και τις τιμές, που κάλλιστα θα μπορούσε να διεκδικήσει χάρη στην υψηλή θέση της οικογένειάς του στην κοινωνία. Αντ’ αυτού, μάλιστα, παραχώρησε στον αδελφό του τα προνόμια που λόγω της ευγενικής καταγωγής του τού ανήκαν. Τον είπαν, επίσης, «σκοτεινό», επειδή είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τα νοήματα που κρύβουν τα λόγια του. Σε τούτο, ασφαλώς, συνέβαλε το ύφος του, το οποίο σκόπιμα καλλιέργησε. Μίλησε, ορισμένως, με χρησμούς, ποιητικούς χρωματισμούς, υπαινιγμούς, αμφισημίες, ασάφειες –με δυο λέξεις: με σημάδια – προσπαθώντας, έτσι, να περιζώσει από δω κι από κει την αλήθεια των πραγμάτων, γιατί η φύση αγαπάει να κρύβεται[‡] και, έτσι, η βαθύτερη ουσία των πραγμάτων δεν μας αποκαλύπτεται, για να μπορούμε να την περιγράψομε με τρόπο άμεσο και ευθύβολο. Ο κόσμος, επισήμανε με τον χρησμοειδή και υπαινικτικό τρόπο έκφρασής του, βρίσκεται σε διαρκή ροή, καθώς τα πράγματα μεταπίπτουν συνεχώς το καθένα στο αντίθετό του – ο ύπνος αλλάζει και γίνεται εγρήγορση, για να αλλάξει με την σειρά της κι αυτή και να γίνει ύπνος, την ζωή την διαδέχεται ο θάνατος και τον θάνατο η ζωή, την μέρα ακολουθεί η νύχτα και την νύχτα η μέρα, και ούτω καθεξής με όλα τα πράγματα που εμφανίζονται σαν αντίθετα τείνοντας, όμως, να γίνουν το ίδιο πράγμα, όπως η αρχή και το τέλος, δυο εξ ορισμού αντίθετες μεταξύ τους έννοιες, που στην περιφέρεια του κύκλου συμπίπτουν. Η αέναη μεταβολή η οποία χαρακτηρίζει τον κόσμο, όπου το καθετί τείνει να γίνει το αντίθετό του, είναι από την φύση της συμβεβλημένη με την αντίθεση, την αντιπαράθεση, την σύγκρουση, την έριδα, τον πόλεμο. «Πατέρας των πάντων και βασιλιάς των πάντων είναι ο πόλεμος»[§]. Αν, υποστήριξε, ο κόσμος –παρά την αδιάκοπη μεταβολή των πραγμάτων που τον συνθέτουν, η οποία είναι δυνατόν να οδηγήσει στον εκφυλισμό του, και παρά την σύγκρουση μεταξύ των πραγμάτων, η οποία είναι δυνατόν να τον τινάξουν στον αέρα– εξακολουθεί να υφίσταται και μπορούμε να ελπίζομε ότι θα συνεχίσει να υπάρχει, αυτό το χρωστάει στον λόγο, ο οποίος ταυτίζεται με τον θεό, και την δικαιοσύνη, μια δύναμη η οποία διέπει τις σχέσεις όχι μόνο μεταξύ τα θεών και των ανθρώπων αλλά και των πραγμάτων. Ο λόγος, με την φρόνηση που διαθέτει, και η δικαιοσύνη, που επιδιώκει την ισορροπία, επιβάλλουν στα πράγματα το μέτρο έτσι, ώστε να μην αφήνουν το ένα πράγμα να επικρατήσει πάνω στο άλλο, το αντίθετό του, μέχρι να το εξαλείψει. Χωρίς μέτρο στην αέναη μεταβολή και την σύγκρουση των πραγμάτων τίποτε δεν θα έμενε όρθιο, όπως η φωτιά, που, αν δρούσε ανεξέλεγκτα, χωρίς μέτρο, θα έκαιγε τα πάντα και, στο τέλος, μη έχοντας να κάψει τίποτε, θα έσβηνε και η ίδια.

Κατεβάστε το pdf αρχείο εδώ

[*] DK 22A1.

[†] Ο θλιμμένος φιλόσοφος. Αυτό ήταν το χαρακτηριστικό προσωνύμιο του Ηράκλειτου. Πβ.…………………………

[‡] DKB123.

[§] DKB53.